Η Νομική Σχολή, που μαζί με την Θεολογική, την Ιατρική και την Φιλοσοφική αποτέλεσαν τον πυρήνα του Πανεπιστημίου Αθηνών, το οποίο ιδρύθηκε το 1837 επί Βασιλείας Όθωνος, γαλούχησε γενεές άξιων επιστημόνων και σημαντικών παραγόντων της πολιτικής ζωής της χώρας, προσφέροντας ανεκτίμητο εκπαιδευτικό έργο. Από το 1982 μέχρι το 2013 λειτούργησε ως Τμήμα Νομικής στο πλαίσιο της Σχολής Ν.Ο.Π.Ε. του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ με το Π.Δ. 85/2013 μετεξελίχθηκε πλέον σε αυτόνομη μονοτμηματική Σχολή.
Στη Νομική Σχολή προσφέρονται μαθήματα γενικής νομικής παιδείας, καθώς και μαθήματα εξειδίκευσης σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο. Η εκπαιδευτική διαδικασία σε διακλαδικό και διεπιστημονικό επίπεδο δεν περιορίζεται μόνο στο πλαίσιο του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά πραγματώνεται σε συνεργασία και με ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εσωτερικού, καθώς και στη βάση διεθνών προγραμμάτων με διακεκριμένα ανώτατα ιδρύματα του εξωτερικού.
Οι πτυχιούχοι της Σχολής μας διακρίνονται σε όλους τους τομείς της επιστήμης και της έρευνας, αλλά και της επαγγελματικής δράσης τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, συνεισφέρουν δε, ως ενεργοί πολίτες, και στα δημόσια πράγματα της χώρας.
Η ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου που παράγεται στη Νομική Σχολή Αθηνών προκύπτει και από την παρουσία και δραστηριοποίηση της Σχολής στο εξωτερικό. Συγκεκριμένα, οι υψηλές διακρίσεις και η επί σειρά ετών βράβευση των φοιτητών μας – υπό την ακάματη υποστήριξη και καθοδήγηση του ακαδημαϊκού προσωπικού της Σχολής- σε διεθνείς νομικούς διαγωνισμούς και μοντέλα προσομοίωσης εγνωσμένου κύρους, έχουν αναδείξει τη Νομική Σχολή Αθηνών ανάμεσα στις καλύτερες παγκοσμίως.
Το αντικείμενο των σπουδών γενικά
Όπως η έννοια του αριθμού στα Μαθηματικά, η έννοια του κυττάρου στη Βιολογία και του ατόμου στη Φυσική, έτσι και η έννοια του δικαίου αποτελεί τον άξονα γύρω από τον οποίο στρέφεται η Νομική Επιστήμη. Η λέξη «δίκαιο» είναι σημασιολογικό δάνειο από την γαλλική λέξη «droit» και τη γερμανική «Recht», οι οποίες προέρχονται από την λατινική «directum», που σημαίνει την ευθεία, δηλαδή την ορθή κατεύθυνση. Από αυτή την πρώτη προσέγγιση προκύπτει ότι η βασική λειτουργία του δικαίου είναι η ρυθμιστική, με την έννοια ότι το δίκαιο μέσω των κανόνων του ρυθμίζει κατά τρόπο υποχρεωτικό τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων που συμβιούν σε μια κοινωνία οργανωμένη σε κράτος.
Το δίκαιο με τους κανόνες του εμπεριέχει ρυθμίσεις συστηματικά μεταξύ τους εναρμονισμένες, τις οποίες ο νομικός θα πρέπει να προσεγγίσει με βάση συγκεκριμένες μεθόδους, ώστε αποκαλύπτοντας το νόημά τους να τις εφαρμόσει στην εκάστοτε βιοτική περίπτωση. Αυτό σημαίνει ότι έργο του νομικού είναι να ερμηνεύει τους κανόνες του δικαίου που ισχύουν σε μια ορισμένη κοινωνία, σε ορισμένο τόπο και χρόνο, προκειμένου, εφαρμόζοντάς τους, να ρυθμιστούν οι σχέσεις μεταξύ των μελών της κοινωνίας αυτής. Για να επιτελέσει το βασικό ως άνω έργο της η νομική επιστήμη είναι αναγκαία (στον νομικό) και η γνώση της ιστορίας και της φιλοσοφίας του δικαίου, της κοινωνιολογίας του δικαίου και άλλων συναφών επιστημονικών κλάδων.
Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, ο φοιτητής της Νομικής διδάσκεται τους διαφόρους κλάδους (με τις υποδιαιρέσεις τους) του εθνικού (ουσιαστικού και δικονομικού) δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, του ποινικού δικαίου, του ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου, και ενδεικτικά: α)(από το δημόσιο δίκαιο) το συνταγματικό δίκαιο που ρυθμίζει την οργάνωση του κράτους και την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και το διοικητικό δίκαιο που διέπει την οργάνωση και λειτουργία της δημόσιας διοίκησης και τις σχέσεις της με τους πολίτες, β) το ποινικό δίκαιο, που ρυθμίζει την εξουσία της πολιτείας για τον καθορισμό και την τιμωρία των αξιόποινων πράξεων, γ) (από το ιδιωτικό) το αστικό δίκαιο, που ρυθμίζει τις έννομες σχέσεις, προσωπικές και περιουσιακές, μεταξύ ιδιωτών (υποκειμένων δηλαδή δικαίου – φυσικών και νομικών προσώπων – που βρίσκονται μεταξύ τους σε σχέση ισοτιμίας) στον καθημερινό βίο τους, από την έναρξη της προσωπικότητάς τους μέχρι τη λήξη της– το εργατικό δίκαιο, που έχει ως αντικείμενο τη ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών – το εμπορικό δίκαιο που ρυθμίζει τις εμπορικές πράξεις και τις σχέσεις μεταξύ εμπόρων δ) το δικονομικό δίκαιο, που καθορίζει τα όργανα και την διαδικασία απονομής της πολιτικής, ποινικής και διοικητικής δικαιοσύνης, ε) το διεθνές δίκαιο, που αφορά στους διεθνείς οργανισμούς και στις διεθνείς έννομες σχέσεις μεταξύ κρατών αλλά και ιδιωτών καθώς και το ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο, που μελετά το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στ) την ιστορία, την κοινωνιολογία και τη φιλοσοφία του δικαίου.
Ο πτυχιούχος της Νομικής Σχολής, με την επιστημονική συγκρότηση που του εξασφαλίζουν οι επιτυχείς σπουδές του, μπορεί να ασχοληθεί στα διάφορα νομικά επαγγέλματα, δηλαδή να γίνει δικηγόρος, δικαστής, συμβολαιογράφος, υποθηκοφύλακας ή εισαγγελέας, να σταδιοδρομήσει ως διπλωμάτης, να στελεχώσει την δημόσια διοίκηση ή να εργαστεί ως νομικός σύμβουλος σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα σπουδών της Νομικής Σχολής, η απόκτηση πτυχίου προϋποθέτει την παρακολούθηση και την επιτυχή εξέταση σε σαράντα ένα (41) μαθήματα εκ των οποίων:
- τα τριάντα ένα (31) μαθήματα είναι υποχρεωτικά, και
- τα δέκα (10) είναι μαθήματα επιλογής.
Ως υποχρεωτικά χαρακτηρίζονται τα μαθήματα, των οποίων η παρακολούθηση και η επιτυχής εξέταση είναι απαραίτητη για το σύνολο των φοιτητών της Νομικής Σχολής.
Η συστηματική παρακολούθηση των παραδόσεων είναι απόλυτα ενδεδειγμένη για τη σωστή θεωρητική κατάρτιση του φοιτητή. Μόνο η άμεση επαφή με τον διδάσκοντα μπορεί να οδηγήσει στην ακριβή γνώση του αντικειμένου κάθε μαθήματος.
Επιλεγόμενα είναι τα μαθήματα που ο φοιτητής είναι κατ’ αρχήν ελεύθερος να επιλέξει ανάλογα με τα προσωπικά του ενδιαφέροντα. Υποχρεούται όμως να επιλέξει έξι (6) τουλάχιστον μαθήματα (υποχρεωτικής επιλογής) από τους βασικούς κλάδους του δικαίου («ενότητες») που αντιστοιχούν στους Τομείς, στους οποίους διαιρείται οργανωτικά από άποψη ειδικότερου γνωστικού αντικειμένου η Νομική Σχολή.
Το πρόγραμμα σπουδών της Νομικής Σχολής περιλαμβάνει εξήντα (60) επιλεγόμενα μαθήματα, τα οποία διακρίνονται περαιτέρω σε:
- τριάντα ένα (31) μαθήματα υποχρεωτικής επιλογής, και
- είκοσι εννέα (29) μαθήματα ελεύθερης επιλογής.
Τα μαθήματα υποχρεωτικής επιλογής κατανέμονται ανάλογα με τη συγγένεια του γνωστικού τους αντικειμένου σε πέντε (5) ενότητες:
α) Γενικής Θεωρίας, Ιστορίας και Εκκλησιαστικού Δικαίου,
β) Ιδιωτικού Δικαίου,
γ) Δημοσίου Δικαίου,
δ) Ποινικών Επιστημών και
ε) Διεθνών Σπουδών.
Οι εξετάσεις γίνονται από το διδάσκοντα (ή τους διδάσκοντες) στο τέλος του εξαμήνου σε καθορισμένη ύλη. Οι εξετάσεις μπορεί να γραπτές ή προφορικές. Η βαθμολογία των μαθημάτων εκφράζεται με την κλίμακα μηδέν-δέκα (0-10), με βάση επιτυχίας το βαθμό πέντε (5) και χωρίς τη χρήση κλασματικού μέρους. Σε περίπτωση αποτυχίας, ο φοιτητής έχει τη δυνατότητα μιας συμπληρωματικής εξετάσεως. Εάν ο φοιτητής αποτύχει και στη συμπληρωματική εξέταση, τότε θα πρέπει να επανεγγραφεί στο μάθημα και να το παρακολουθήσει σε επόμενο εξάμηνο.
Ο αριθμός των διδακτικών μονάδων που προσφέρει κάθε υποχρεωτικό μάθημα, ισούται με το σύνολο των ωρών διδασκαλίας και το ήμισυ των ωρών φροντιστηριακών ασκήσεων, εφόσον οι ώρες αυτές είναι τουλάχιστον δύο.
Οι φροντιστηριακές ασκήσεις δεν είναι αυτοτελή μαθήματα, αλλά συμπληρώνουν τη διδασκαλία κάθε μαθήματος, με την εμπέδωση της ύλης, που έχει διδαχθεί και την πρακτική εφαρμογή των γνώσεων που έχουν αποκτηθεί από τις παραδόσεις. Τα φροντιστήρια διεξάγονται σε ολιγομελείς ομάδες φοιτητών, γεγονός που επιτρέπει την ενεργητική συμμετοχή τους σε αυτά. Με τον τρόπο αυτό οι φροντιστηριακές ασκήσεις συμβάλλουν αποφασιστικά στην πληρέστερη κατανόηση της ύλης κάθε μαθήματος.
Τα μαθήματα εφαρμογών/συνθέσεων έχουν επίσης ιδιαίτερη συμβολή στην εμπέδωση των θεωρητικών γνώσεων. Τα μαθήματα των εφαρμογών συνθέτουν τους επιμέρους τομείς των βασικών κλάδων του δικαίου και εμβαθύνουν μεθοδικά και συστηματικά με την επεξεργασία της νομολογίας και πρακτικών θεμάτων και τη διεξαγωγή «εικονικών» ή «εκπαιδευτικών δικών» στην αντίληψη του εκάστοτε γνωστικού τους αντικειμένου. Οι εφαρμογές προσφέρονται για τον λόγο αυτό στα τελευταία εξάμηνα του προγράμματος σπουδών της Νομικής Σχολής και λαμβάνεται μέριμνα να παρέχονται σε περισσότερα κλιμάκια φοιτητών, ώστε να καθίσταται δυνατή η ενεργητική συμμετοχή τους.
Μεγάλη σημασία για την εξάσκηση των φοιτητών στην έρευνα και την εκπόνηση επιστημονικών εργασιών καθώς και στη συμμετοχή τους σε γόνιμο κριτικό διάλογο έχουν τέλος τα σεμιναριακά μαθήματα, τα οποία βασίζονται σε εισηγήσεις φοιτητών και επακολουθούσα επιστημονική συζήτηση. Τα σεμινάρια διεξάγονται με την ενεργητική συμμετοχή περιορισμένου αριθμού φοιτητών, των τελευταίων κυρίως εξαμήνων.
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
ΆΡΘΡΑ