Από το 1917 – χρονιά που ιδρύθηκε – μέχρι σήμερα, η Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, πρωτοστατεί στην εκπαίδευση των Ελλήνων αρχιτεκτόνων.
Κεντρικός στόχος του Προγράμματος Σπουδών της Σχολής, είναι μια εκπαίδευση που θα διαμορφώνει επαγγελματίες, οι οποίοι θα έχουν συγκροτημένες απόψεις για την αρχιτεκτονική, θα κατανοούν σε βάθος το κοινωνικό πεδίο όπου θα κληθούν να δουλέψουν, θα έχουν κατακτήσει τις απαιτούμενες τεχνικές γνώσεις και θα έχουν οξύνει τις αισθήσεις και το πνεύμα, ώστε να μπορούν να ανταποκρίνονται ολοκληρωμένα στις εξελίξεις των αρχιτεκτονικών ιδεών.
Η Σχολή φιλοξενεί προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς σπουδαστές, και υποψήφιους διδάκτορες. Συνεργάζεται με Πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού μέσω εκπαιδευτικών προγραμμάτων ανταλλαγών φοιτητών και διδασκόντων και προσκαλεί συστηματικά να συμμετάσχουν στις εκπαιδευτικές του διαδικασίες Έλληνες και ξένους αρχιτέκτονες και επιστήμονες που έχουν ενδιαφέρουσες συνεισφορές σε συναφή θεωρητικά πεδία.
Η εκπαίδευση συνεπικουρείται από την ερευνητική δραστηριότητα η οποία διεξάγεται, κατά κύριο λόγο, στα Εργαστήρια της Σχολής. Πειραματικές ιδέες που γεννιούνται στην εκπαίδευση, δοκιμάζονται μέσα από εφαρμοσμένη έρευνα. Αιτήματα και ανάγκες της κοινωνίας και της παραγωγής συνδέονται με την εκπαιδευτική διαδικασία.
Σήμερα, που η ταχύτητα της εξέλιξης των ιδεών, των τεχνικών και των κοινωνικών σχέσεων μεταβάλλει συνεχώς τους τρόπους που διαχειριζόμαστε τα ζητήματα του κτισμένου χώρου και επιβάλλει αλλαγές στους τρόπους διαχείρισης του φυσικού περιβάλλοντος, η Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ πιστεύει ότι η εκπαίδευση που παρέχει είναι πάντα υψηλής στάθμης και ταυτόχρονα ανοιχτή στις προκλήσεις της εποχής.
Το πρόγραμμα σπουδών της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ έχει καθοριστεί με βάση τις απαιτήσεις ανώτατης εκπαίδευσης επιστημονικού δυναμικού και με τις ευρύτερες απαιτήσεις της αρχιτεκτονικής παραγωγής, όπως αναπτύσσονται τόσο στον άμεσο χώρο άσκησης του επαγγέλματος, όσο και διεθνώς, υπό την επιρροή συνολικότερων πολιτικών, οικονομικών και πολιτισμικών μεταλλαγών.
Βασικότατη είναι η παρατήρηση πως η Σχολή Αρχιτεκτόνων, συνιστά Δημόσια Πανεπιστημιακή Σχολή. Η οργάνωση του προγράμματός της δε συνδέεται απλά με την ευρύτερη «ελεύθερη» αναγνώριση και αξιολόγηση των επιστημονικών και επαγγελματικών συνθηκών. Συνδέεται, πολύ ειδικότερα, με συλλογικά πολιτειακά αιτήματα ανώτατης εκπαίδευσης επιστημονικού δυναμικού, όπως και με συλλογικούς θεσμικούς όρους οργάνωσης αυτής της εκπαίδευσης.
Ο δημόσιος αυτός χαρακτήρας, οδηγεί μεταξύ των άλλων, στην αρχή της διατήρησης του εύρους και της πολυμορφίας της σπουδής, ως προς τη δομή, τους διδάσκοντες και, κυρίως, τους εκπαιδευόμενους. Η Σχολή δεν απευθύνεται σε μικρό αριθμό αποδεκτών οι οποίοι εκπαιδεύονται ώστε να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε συγκεκριμένες απαιτήσεις αγοράς, αλλά σκοπεύει στη διαμόρφωση επιστημόνων προορισμένων να αντιμετωπίσουν το ευρύτερο εκείνο πεδίο θεμάτων που οφείλουν να απασχολούν την πολιτεία και που απαντούν στις απαιτήσεις του εκτενέστερου δυνατού τμήματος του πληθυσμού. Το παρεχόμενο από τη Σχολή δίπλωμα είναι δίπλωμα Αρχιτέκτονα Μηχανικού χωρίς εξειδίκευση.
Πριν τη λεπτομερέστερη επεξήγηση του προγράμματος μαθημάτων αξίζει να επισημανθεί η σύγχρονη συνθήκη των ραγδαίων μεταβολών οι οποίες χαρακτηρίζουν τη διεθνή πραγματικότητα στις περιοχές της επιστήμης και της τεχνολογίας. Η συνθήκη αυτή δημιουργεί στα Ακαδημαϊκά Ιδρύματα την υποχρέωση εκπαίδευσης νέων επιστημόνων, ικανών να παρακολουθούν το νέο γίγνεσθαι με τρόπο ψύχραιμο και κριτικό. Οι σπουδαστές εκπαιδεύονται ώστε να παρουσιάζουν συνεχή δεκτικότητα μάθησης, να μπορούν να ανατροφοδοτούν τα αποθέματα γνώσης τους, να είναι σε θέση να παρακολουθούν τη δυναμική του κοινωνικού συστήματος και του επαγγέλματος, όπως αυτό διαμορφώνεται μέσα σε μια ενοποιημένη αγορά εργασίας, με γνώση, όμως, των ιδιαιτεροτήτων του χώρου τους.
Διακρίνονται δύο τύποι οργάνωσης των μαθημάτων: μαθήματα Σύνθεσης και Θεωρίας και μαθήματα Θεωρίας – Άσκησης.
Τα Μαθήματα Σύνθεσης και Θεωρίας αποτελούν τον άξονα συγκρότησης της σπουδής. Διεξάγονται στο σχεδιαστήριο, είναι 8ωρα ή 6ωρα, αναπτύσσονται με κεντρικό αντικείμενό τους τη διδασκαλία του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, ενώ περιλαμβάνουν επιπλέον τη διδασκαλία θεμάτων θεωρίας και γνωσιολογικής υποστήριξης. Διατρέχουν το σύνολο των σπουδών και αντιστοιχούν σε ένα μάθημα Σύνθεσης και Θεωρίας για το 1ο, 2ο, 3ο, 4ο και 9ο εξάμηνο και σε δύο μαθήματα Σύνθεσης και Θεωρίας για το 5ο έως και το 8ο εξάμηνο.
Στα μαθήματα αυτά περιλαμβάνονται:
- Τα μαθήματα αρχιτεκτονικών συνθέσεων.
- Τα μαθήματα πολεοδομικού και αστικού σχεδιασμού, όπως και σχεδιασμού υπαίθριων δημόσιων χώρων και τοπιακών παρεμβάσεων σε αστικές και περιαστικές περιοχές.-
- Το μάθημα πεδίου, με αντικείμενο τη μελέτη και αποτύπωση παραδοσιακής αρχιτεκτονικής.
- Τα μαθήματα αρχιτεκτονικών κατασκευών και αντικειμένου.
Η δεύτερη κατηγορία μαθημάτων, τα μαθήματα Θεωρίας – Άσκησης, διαφέρουν από τα μαθήματα Σύνθεσης και Θεωρίας ως προς την έκταση και την πολυπλοκότητα των ζητημάτων που αντιμετωπίζουν, την ποσότητα εργασίας που απαιτούν για την επίλυσή τους και την οργάνωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Η επεξεργασία που απαιτείται κατά τα μαθήματα αυτά, οργανώνεται σε προκαθορισμένες φάσεις μέσα στο εξάμηνο έτσι ώστε, σε κάθε περίπτωση, η επίλυση, διόρθωση και αξιολόγηση να ολοκληρώνεται στο σχεδιαστήριο, κατά τη διάρκεια των ωρών διδασκαλίας ή με οποιαδήποτε άλλη κατανομή της εργασίας μέσα στο εξάμηνο κρίνεται σκόπιμη από τον διδάσκοντα, προκειμένου να μη συσσωρεύεται φόρτος εργασίας στους σπουδαστές εκτός των ωρών διδασκαλίας. Οι παραδόσεις των εργασιών στα μαθήματα Θεωρίας – Άσκησης ολοκληρώνονται αμέσως μετά το πέρας των μαθημάτων.
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
ΆΡΘΡΑ